- υποσχομενος
- ὑποσχόμενος
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
ὑποσχόμενος — ὑπέχω hold under aor part mid masc nom sg ὑπισχνέομαι take upon oneself aor part mid masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Minuscule 569 (Gregory-Aland) — New Testament manuscripts papyri • uncials • minuscules • lectionaries Minuscule 569 Portrait of Matth … Wikipedia
Τσαντ — I Κράτος της κεντρικής Αφρικής. Συνορεύει στα βόρεια με τη Λιβύη, δυτικά με η Νιγηρία, νότια με το Καμερούν και ανατολικά με το Σουδάν.Διοικητικά η χώρα διαιρείται σε 14 νομούς: Mπάτα (Άτι), Mπιλτίνε (Mπιλτίνε), Mπόρκου Eνέντι Tιμπέστι, Σαρί… … Dictionary of Greek
εκτειχίζω — ἐκτειχίζω (Α) τειχίζω εντελώς, ενισχύω με οχυρώματα, οχυρώνω («ἆθλα ὑποσχόμενος δώσειν τοῑς πρώτοις ἐκτειχίσασι», Ξεν.) … Dictionary of Greek
επί — (AM ἐπί) (πρόθεση) Ι. (με γεν.) 1. επάνω σε μια επιφάνεια ή σ ένα σημείο («επί τής στέγης», «καθέζετ ἐπὶ θρόνου») 2. σχετικά με κάτι, σε αναφορά με κάτι («επί τού θέματος, επί τής ουσίας», «ἐπὶ καλοῡ λέγων παιδός») 3. χρονική περίοδος κατά την… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Ιστορία (Νεότεροι χρόνοι) — Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΝΕΟΤΕΡΩΝ ΧΡΟΝΩΝ (1828 ΕΩΣ ΣΗΜΕΡΑ) Τα γεγονότα που σημάδεψαν τη νεότερη ιστορία της Ελλάδας ήταν πολλά και ιδιαίτερα σημαντικά, συνέτειναν δε, μέσα από αιματηρές εσωτερικές διενέξεις (με αποκορύφωμα τον εθνικό διχασμό) και… … Dictionary of Greek
ΙΡΑ — (αγγλ. Irish Republican Army, ιρλανδ. Οglaigh na Éireann = Ιρλανδικός Δημοκρατικός Στρατός). Ιρλανδική εθνικιστική παραστρατιωτική οργάνωση. Ιδρύθηκε το 1919, όταν ψηφίστηκε ο νόμος περί Κυβερνήσεως της Ιρλανδίας. Σύμφωνα με αυτόν, η περιοχή του… … Dictionary of Greek
Κλέων — I (; – 422 π.Χ.). Αθηναίος πολιτικός, γιος του ευκατάστατου βυρσοδέψη Κλεαινέτου. Υπήρξε ο πρώτος σημαντικός πολιτικός της εποχής του που προερχόταν από τον εμπορικό κόσμο. Γι’ αυτό τον λόγο, οι αριστοκρατικοί άσκησαν έντονη πολεμική εναντίον του … Dictionary of Greek
Μιρά, Ζοακίμ — (Joachim Murat, Λαμπαστίντ Φορτινιέρ 1767 – Πίτσο, Καλαβρία 1815). Γάλλος αξιωματικός και βασιλιάς της Νάπολης. Οι γονείς του τον προόριζαν για κληρικό αλλά κατατάχτηκε νεότατος στον γαλλικό στρατό, μετά την έκρηξη της Γαλλικής Επανάστασης, και… … Dictionary of Greek
Μπρουκς, Γκαρθ — (Garth Brooks, Τάλσα, Οκλαχόμα 1962 ). Αμερικανός τραγουδιστής, κιθαρίστας, συνθέτης μουσικής κάντρι. Σπούδασε διαφήμιση, προκειμένου να κατορθώσει να συνδυάσει την παραδοσιακή μουσική με τηλεοπτικά σποτ και την διαφήμιση. Μετά την αποφοίτησή του … Dictionary of Greek